Ο κορωνοϊός έδειξε ένα μεγάλο θέμα που απασχολεί τους ανθρώπους, που είναι ο θάνατος και ο φόβος του θανάτου. Βέβαια, είμαστε φθαρτοί και θνητοί και όλοι θα φύγουμε από τον κόσμο αυτό. Ο θάνατος είναι η πιο βέβαιη πραγματικότητα.
Όμως, ο κορωνοϊός έδειξε και ένα άλλο συγκλονιστικό γεγονός, ότι όταν νοσηλεύεται ο άνθρωπος στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας είναι σχεδόν μόνος, περνά πολλές ώρες σε “μοναξιά” , και μετά τον θάνατο του πάλι είναι αποκλεισμένος από τους ανθρώπους και κηδεύεται σε κλεισμένο φέρετρο…..
Ο Κώστας Γεωργουσόπουλος σε κείμενό του αναφέρεται στο δύσκολο γεγονός “πεθαίνει κανείς χωρίς ένα αγαπημένο χέρι να τον κρατά την ώρα της αποδημίας”. Στην συνέχεια περιγράφει ως καλός φιλόλογος και λογοτέχνης την κατάσταση αυτή.
“Έζησα σε επαρχία παιδί και θυμάμαι τις τελευταίες ώρες της γιαγιάς με όλο το σόι στο χαγιάτι. Ένας- ένας, τέκνα, νύφες, γαμπροί, εγγόνια σιωπηλά έμπαιναν στο δωμάτιο που χαροπάλευε η μητέρα, ή η πεθερά, η γιαγιά, ακόμη και η κουμπάρα, για να σφίξουν το χέρι, να αποχαιρετήσουν και να πάρουν μια ευχή. Τώρα, μέσα στην πάνοπλη από μηχανήματα αίθουσα του νοσοκομείου, οι άνθρωποι πεθαίνουν μόνοι. Δεν μπορούν, αν πιστεύουν, να μεταλάβουν, να ζητήσουν συγχώρεση. Δεν μπορούν να αποχαιρετήσουν παιδιά και εγγόνια, να ζητήσουν συγγνώμη, να συμφιλιωθούν με ανθρώπους που πίκραναν ή τους πίκραναν. Δεν μπορούν να δουν τα δακρυσμένα μάτια των δικών τους που βουβά υπόσχονται να τους θυμούνται. Ο μαθητής δεν μπορεί να αποχαιρετήσει τον αγαπημένο δάσκαλο, το αφεντικό τον πιστό υπάλληλο ή εργάτη, ο εργάτης να το γενναιόδωρο αφεντικό, ο μάστορας το μαστορόπουλο και το μαστορόπουλο τον μάστορα. Είναι από παλιά ειπωμένο πως όλοι μας πεθαίνουμε μόνοι, παρόλ’ αυτά είναι μια παρηγοριά να φεύγεις, αποχαιρετώντας αγαπημένα πρόσωπα και να σχωράς τους εχθρούς σου”.
Γενικά ο άνθρωπος φεύγει από τον κόσμο αυτόν “μόνος “ του. Δεν μπορεί να τον βοηθήσει κανείς, να τον συνοδεύσει, να του συμπαρασταθεί. Πολλοί παρευρίσκονται στην κηδεία του αγαπητού τους ανθρώπου, λίγοι πηγαίνουν μέχρι τον τάφο, αλλά ο άνθρωπος τους παρουσιάζεται στον Χριστό για κρίση, αφού “απόκειται τοις ανθρώποις άπαξ αποθανείν, μετά δε τούτο κρίσις”.
Μόνον οι πράξεις του ανθρώπου, αγαθές και κακές, και η συνείδηση του, καλή ή κακή, θα τον συνοδεύσουν στο “μεγάλο ταξίδι”.
Λίγοι άνθρωποι και λίγες φορές σκέπτονται τον θάνατο και έχουν την μνήμη του θανάτου, που είναι πραγματική φιλοσοφία, η οποία ακόμη και κατά την φιλόσοφο Πλάτωνα είναι “μελέτη θανάτου” . Οι Πατέρες της Εκκλησίας έχουν γράψει πολλά για την μνήμη του θανάτου.
Ζούμε σε μια εποχή στην οποία επικρατεί η ψευδαίσθηση “της επί γης αθανασίας”, και λησμονείται η “μεγάλη μοναξιά” κατά την ώρα του θανάτου. Όποιος, όμως έχει στενή σχέση με τον Χριστό, την Παναγία, τους Αγίους, τους αγγέλους, βιώνει την “μεγάλη παρηγοριά”, την “μεγάλη σύναξη”, αλλά και την “μεγάλη συνάντηση” με την ουράνια Εκκλησία, την είσοδο του στην ουράνια θεία Λειτουργία.