Σαν σήμερα το 1905 άφησε εκτελέστηκε ο σλαβόφωνος οπλαρχηγός Κονσταντίν –Κώττας- Χρίστωφ που πολέμησε για την Ελληνικότητα της Μακεδονίας στις παραμονές του Μακεδονικού Αγώνα. Το πραγματικό του όνομα ήταν Κονσταντίν (Κώττας) Χρίστωφ, το οποίο αργότερα εξελλήνισε σε Κώστας Χρήστου.
Γεννήθηκε το 1863 στο χωριό Ρούλια της Φλώρινας. Ασχολήθηκε με τη γεωργία, καλλιεργώντας τα λιγοστά κτήματα της πατρικής περιουσίας και ευκαιριακά ως οικοδόμος και τσαγκάρης. Αργότερα άνοιξε ένα χάνι, που ήταν ταυτόχρονα και παντοπωλείο. Παράλληλα, αναμίχθηκε στα κοινά της περιοχής και διετέλεσε μουχτάρης (κοινοτάρχης) στη Ρούλια.
Ανυπότακτο πνεύμα, έτρεφε μεγάλο μίσος για τους τούρκους κατακτητές, γι’ αυτό εντάχθηκε στη βουλγαρική «Εσωτερική Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση» (VMRO), που διακήρυσσε τον αλυτρωτισμό της με το σύνθημα «Η Μακεδονία στους Μακεδόνες». Σχημάτισε τη δική του ένοπλη ομάδα και κατέφυγε στο Βίτσι όπου άρχισε τον αγώνα. Γρήγορα αποστασιοποιήθηκε από τη VMRO με εντολή της οποίας πολλές φορές προσπάθησαν να τον εξοντώσουν οι κομιτατζήδες ως προδότη.
Από τη διένεξη αυτή επωφελήθηκε ο μητροπολίτης Καστοριάς Γερμανός (Καραβαγγέλης), ο οποίος τον προσηλύτισε στην Ελληνική ιδέα στις αρχές του 1902.
Στις αρχές του 1904 ο Καπετάν Κώττας ήλθε στην Αθήνα και γνωρίστηκε με τον Παύλο Μελά, τον οποίο συνόδευσε στην πρώτη αποστολή στη Μακεδονία. Στις 9 Ιουνίου 1904, κατόπιν προδοσίας των παλιών του συντρόφων στο VMRO, συνελήφθη από τους Τούρκους και μεταφέρθηκε στις φυλακές του Μοναστηρίου.
Στις 27 Σεπτεμβρίου 1905, ύστερα από δίκη, εκτελέστηκε με απαγχονισμό, παρά τις προσπάθειες του ελληνικού προξενείου να τον απελευθερώσει. Οι τελευταίες λέξεις του Καπετάν Κώστα μπροστά στην αγχόνη, ήταν «Ζήτω ο Ελληνισμός!» στα Βουλγαρικά, καθώς τα Ελληνικά του ήταν από φτωχά έως ανύπαρκτα.
Η θυσία του συγκίνησε τους Μακεδόνες και αποτέλεσε την έναρξη της Ελληνικής αντεπίθεσης στη Μακεδονία. Για τη συνολική του δράση και το τέλος του, υμνήθηκε από τη λαϊκή μούσα.
.