Ο καπετὰν Μητρούσης γεννήθηκε στο Χομόντο (Μητρούσι) των Σερρών. Τὸ όνομά του ήταν Δημήτριος Γκογκολάκης, μὰ έγινε γνωστὸς με το «Μητρούσης», όνομα χαϊδευτικό που του είχε δώσει ἡ μάνα του.
Συνεργάστηκε από το 1904 με τον οπλαρχηγό Γεώργιο Γιαγκλή από την Ιερισσό. Η Βουλγαρική οργάνωση προσπάθησε να τον προσεταιριστεί αλλά αυτός αρνήθηκε. Έτσι, η ΕΜΕΟ διέταξε τη δολοφονία του, καθώς αποτελούσε εμπόδιο για τη Βουλγαρική δράση στην περιοχή.
Την 1 Σεπτεμβρίου του 1906, ο κομιτατζής Τάσκα εισέβαλε με την ομάδα του στο Χομονδό (Μητρούσι) με σκοπό να τον εξοντώσει. Ο Καπετάν Μητρούσης διέφυγε, αλλά ο Τάσκα δολοφόνησε τη γυναίκα του και το μοναδικό παιδί τους. Μόλις πληροφορήθηκε ο Καπετάν Μητρούσης το τέλος της οικογένειάς του, επιτέθηκε με το σώμα του, στο Καρατζάκιοϊ (Μονοκκλησιά), όπου είχε πληροφορίες ότι κρυβόταν η τσέτα του Τάσκα. Εκεί σκότωσαν 30 κομιτατζήδες και διέφυγαν υπό το φόβο του καταφθάνοντος αποσπάσματος του Οθωμανικού στρατού, ενώ ξεχύνεται στὰ χωριὰ Γκαμήλα, Ἔλσιανη, Καστάρκα καὶ Μελιγκόσδη, ὅπου σκότωσε ἀνθρώπους τοῦ βουλγαρικοῦ κομιτάτου. Οἱ τουρκικὲς ἀρχὲς δυσκολεύτηκαν νὰ πιστέψουν ὅτι σὲ μία νύχτα εἶχε ἁλωνίσει τόσα χωριά. Το γεγονός αυτό προκάλεσε γενική αναταραχή σε όλη την περιφέρεια Σερρών και το Ελληνικό Προξενείο Σερρών βρέθηκε σε δύσκολη θέση. Ο Καπετάν Μητρούσης φυγαδεύτηκε στην Αθήνα στις αρχές του 1907. Εκεί γνωρίστηκε και με το διάδοχο Κωνσταντίνο στο σκοπευτήριο της Καλλιθέας, όπου εξασκούνταν. Μετά από δύο μήνες στις αρχές της άνοιξης του 1907 επέστρεψε στον κάμπο των Σερρών συγκροτώντας μικρό ένοπλο σώμα. Βγήκε στον αγώνα μὲ τον Γιοβάνη και τον ανηψιό του Μιχάλη Ουζούνη καὶ έγινε ὁ φόβος καὶ ὁ τρόμος τῶν Βουλγάρων. Ἐνώθηκε με το μικρὸ σώμα του ὁπλαρχηγού Γιωργίου Γιαγκλή, ενὸς φουστανελοφόρου γίγαντα μὲ μεγάλα ξανθὰ γένεια απ΄την Ιερισσὸ τῆς Χαλκιδικής. Τον είχαν εξοπλίσει οι αδελφοὶ Γερογιάννη, του Μακεδονικού Συλλόγου της Αθήνας, επίσης απὸ τη Χαλκιδική.
Βρέθηκε μέσα στὶς Σέρρες στὶς 14 Ἰουλίου τοῦ 1907, στὴ συνοικία Καμινίκια στὸ σπίτι ἑνὸς παπᾶ, κοντὰ στὴν ἐκκλησία τῆς Εὐαγγελίστριας. Προδόθηκε και όλη η φρουρὰ των Σερρών κύκλωσε τὴ συνοικία καὶ τὸ σπίτι του παπά. Ὁ Μητρούσης αφησε σκόπιμα ανοιχτὴ τὴν πόρτα καὶ έσφαξε τὸν αξιωματικὸ που μπήκε μέσα. Οἱ Τούρκοι έβαλαν φωτιὰ στὰ γύρω σπίτια. Ὁ Μητρούσης μὲ τοὺς συντρόφους του έφυγαν στὴν εκκλησία.
Περίπου 3.000 άνδρες της Τουρκικής φρουράς των Σερρών πολιόρκησαν τον Καπετάν Μητρούση και τα παλικάρια του που οχυρώθηκαν στο κωδωνοστάσιο της Ευαγγελίστριας… Στη μάχη πρώτος σκοτώθηκε ο Θόδωρος Τουρλεντές (1884-1907). Βαριά πληγωμένοι μετά από αγώνα στήθος με στήθος συνελήφθησαν ο Νίκος Παναγιώτου και ο Γιάννης Ούρδας. Ο Μητρούσης έμεινε μόνος του στο κωδωνοστάσιο δίχως πολεμοφόδια και προσποιούμενος ότι θέλει να παραδοθεί, κάλεσε τον Διευθυντή της Αστυνομίας να τον παραλάβει. Τότε μπροστά στους έκπληκτους Οθωμανούς φύτευσε στον κρόταφο του Τούρκου Αξιωματικού την τελευταία του σφαίρα. Για να μην συλληφθεί ζωντανός με το μαχαίρι του άνοιξε τα σπλάχνα του, ενώ απηύθυνε χαιρετισμούς στους έντρομους Έλληνες που από μακριά παρακολουθούσαν τη μάχη.
Μὲ τὸν θάνατό του ἀναδείχτηκε ὁ Μητρούσης «ο ήρως τῶν ηρώων».
Ἀπ΄τὸ ύψος του καμπαναριού μονομάχησε έξι ώρες μὲ ολάκερη μεραρχία, ενώ κατάπληκτη μία πόλη παρακολουθούσε με δέος τον υπέροχο αγώνα..