Μια γυναίκα σε ένα μπακάλικο συνάντησε έναν κύριο με ένα μεγάλο κακομαθημένο παιδί.
Ήταν φανερό ότι τα χέρια του ήταν γεμάτα με καλούδια , αλλά ο νεαρός ούρλιαζε για καραμέλες στο διάδρομο με τις καραμέλες, για μπισκότα στο διάδρομο με τα μπισκότα και το ίδιο έκανε για τα φρούτα, τα δημητριακά και τα αναψυκτικά στους αντίστοιχους διαδρόμους προσπαθώντας να βάζει στις τσέπες του ότι του έκανε όρεξη…
Εν τω μεταξύ, καθώς ο ηλικιωμένος έψαχνε για αυτά που ήθελε, έλεγε με μια ήρεμη ελεγχόμενη φωνή: “Σιγά Ανέστη, δεν θα είναι για πολύ. Σιγά αγόρι μου,“
Στη συνέχεια ήρθε ένα άλλο ξέσπασμα από μεριάς του νεαρού και η γυναίκα τον άκουσε να λέει ήρεμα, “Εντάξει, Ανέστη. Δυο λεπτά ακόμη και θα φύγουμε από εδώ. Υπομονή, αγόρι μου.“
Στο ταμείο, ο μικρός φασαρίας άρχισε να ρίχνει αντικείμενα από τα καλάθια και ο κύριος είπε, και πάλι με μια ελεγχόμενη φωνή, “Ανέστη, Ανέστη, χαλάρωσε φίλε. Μην εκνευρίζεσαι. Θα είσαι σπίτι σε πέντε λεπτά. Μείνε ψύχραιμος Ανέστη.“
Πολύ εντυπωσιασμένη από την συμπεριφορά του κυρίου αλλά και σοκαρισμένη από την συμπεριφορά του νεαρού, η γυναίκα μόλις βγήκε έξω, όπου ο άνδρας είχε βάλει τα ψώνια και το αγόρι μέσα στο αυτοκίνητο στην θέση του οδηγού μάλιστα, πλησιάζει και του λέει.
“Ξέρετε, κύριε, αυτό δεν με αφορά αλλά είστε καταπληκτικός. Δεν ξέρω πώς τα καταφέρατε εκεί μέσα και όλη την ώρα κρατήσατε την ψυχραιμία σας ενώ με απλά, ήρεμα λόγια λέγατε ότι όλα είναι εντάξει. Ο κακομαθημένος Ανέστης είναι πολύ τυχερός που δεν μιλάτε…“
“Ευχαριστώ, κυρία μου” είπε ο κύριος… “αλλά ο Ανέστης είμαι εγώ. Το όνομα του μικρού καπετάν φασαρία είναι Γιαννάκης…”
Συμπέρασμα: Όσο θα υπάρχουν Ανέστηδες που δεν μιλάνε και κρατούν την ψυχραιμία τους, θα υπάρχουν και κακομαθημένα απροσάρμοστα χωρίς διαγωγή. Η δικαιολογία “τι να κάνουμε κάπου – κάπου… πετάνε πέτρες σπάνε τζάμια αλλά εμείς κοιτάμε την προσωπική μας ηρεμία… επιτέλους πρέπει να τελειώνει.
ΥΓ. Οποιαδήποτε ομοιότητα με πρόσωπα και καταστάσεις είναι εντελώς τυχαία.