Στην δημόσια ζωή υπάρχουν σχολιαστές κάθε είδους: ανώνυμοι, επώνυμοι, «μαϊμουδο-επώνυμοι», συγγενείς, φίλοι, ακόλουθοι, κολλητοί. Όλοι μαζί συνθέτουν μια νέα φυλή που προσπαθεί να επιβληθεί στον δημόσιο λόγο. Άλλοτε με χιούμορ, άλλοτε με κακεντρέχεια, κι άλλοτε με ωμή επιθετικότητα.
Αλλά υπάρχει μια κατηγορία που ξεχωρίζει: οι επώνυμοι τσαμπουκάδες, εκείνοι που νομίζουν πως η δημοσιότητά τους ή η «θέση» τους τους επιτρέπει να μιλούν χωρίς όρια.
Κι ακριβώς δίπλα τους, οι συγγενείς–ασπίδες, που σπεύδουν να τους προστατεύσουν, να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα, να “σβήσουν” τις φωτιές που ανάβουν οι ίδιοι.
Μια μικρή οικογενειακή ομπρέλα που βαφτίζεται ως «υπεράσπιση» αλλά λειτουργεί σαν πολλαπλασιαστής θράσους.
Και μέσα σε όλο αυτό, εμφανίζονται και οι δημόσιοι λειτουργοί–αρλουμπολόγοι, που εκμεταλλεύονται το κύρος της θέσης τους για να εκπέμπουν:
παραπληροφόρηση, σχολιασμό πολύ χαμηλού επιπέδου, υποβολές και μισές αλήθειες.
Όταν τους ασκείται κριτική, δεν απαντούν. Αντιθέτως, αφήνουν τους «συγγενείς» και τους «προστάτες» να βγουν μπροστά.
Έτσι, αντί για διαφάνεια, βλέπουμε κουτσομπολιό. Αντί για επιχειρήματα, βλέπουμε επίθεση. Αντί για θεσμική σοβαρότητα, βλέπουμε οικογενειακά τάγματα υπεράσπισης.
Δεν είναι απλώς ένα ψηφιακό φαινόμενο· είναι μια ολόκληρη κουλτούρα: Μια κουλτούρα όπου ο επώνυμος απαιτεί ανοχή επειδή… είναι επώνυμος. Όπου ο συγγενής λειτουργεί ως ντουντούκα και ο δημόσιος λειτουργός ως παραγωγός «αρλούμπας».
Όπου η κριτική βαφτίζεται «επίθεση» και η αλήθεια «λάσπη».
Το ερώτημα είναι καθαρό:
Πόση δημοκρατία μπορεί να υπάρξει όταν ο δημόσιος διάλογος αντικαθίσταται από οικογενειακούς τσαμπουκάδες και ψευτοκύρος επωνύμων;
Και πόσο μπορεί να σταθεί μια κοινωνία όταν επιτρέπει στους «αρλουμπολόγους» να ντύνονται με το κύρος της δημόσιας θέσης τους για να επιτίθενται χωρίς συνέπειες;
Το διαδίκτυο μπορεί να είναι εργαλείο ελευθερίας. Αλλά δεν πρέπει να γίνεται εργαλείο εκφοβισμού.
Και βέβαια, πίσω από κάθε «αρλουμπολογά» δημόσιο λειτουργό υπάρχει πάντα το φανατικό πελατολόγιο των βολεμένων∙ οι γνωστοί υπασπιστές του like. Είναι εκείνοι που μόλις πέσει η πρώτη ανάρτηση του «ευεργέτη» τους, σπεύδουν να εμφανιστούν κάτω από το post με ρυθμό επαγγελματία κωδωνοκρούστη: ένα like, ένα «μπράβο πρόεδρε», ένα «έτσι είναι, τα λέτε χρυσά». Δεν επιχειρηματολογούν, δεν διαβάζουν καν — απλώς εκτελούν το συμβόλαιο αφοσίωσης.
Και κάπως έτσι, οι δημόσιοι λειτουργοί της προχειρότητας αποκτούν ασπίδα προστασίας από ένα ready-made κοινό χειροκροτητών που παρεμβαίνει στον διάλογο. Γιατί όταν έχεις νοματαίους έτοιμους να σε υπερασπιστούν με την πρώτη, σε κάνει να νομίζεις πως μπορείς να λες ό,τι θέλεις ακόμα και να βρίζεις χωρίς καμία συνέπεια…
![]()