Η προσφορά των Μακεδόνων στον αγώνα του 1821: Η ομιλία του Λεωνίδα θ. Πουλιόπουλου στον Μητροπολιτικό Ναό της Αγίας Τριάδος Βιέννης

Στα πλαίσια της Επετείου των 200 χρόνων από την κήρυξη της εθνικής μας επαναστάσεως του 1821 και υπό την αιγίδα του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Αυστρίας κ.κ Αρσενίου και της Ελληνικής Πρεσβείας στην Αυστρία ο Διαπολιτιστικός Σύλλογος Μακεδονία Αυστρίας διοργάνωσε εκδήλωση με θέμα „Η προσφορά των Μακεδόνων στον Αγώνα του 1821“. Η εκδήλωση τελέσθηκε στον Μητροπολιτικό Ναό της Αγίας Τριάδος Βιέννης.

Κύριος εισηγητής ήταν ο οικονομολόγος και ιστοριογράφος Δρ. Λεωνίδας Πουλιόπουλος. Η ομιλία του Δρ. Πουλιόπουλου έγινε με διαφάνειες που περιείχαν εικόνα και κείμενο. Οι εικόνες απεικόνιζαν σημαντικές μάχες που έλαβαν χώρα στην Μακεδονία καθώς και ηρωικά αναγνωρίσιμα και μη πρόσωπα του προεπαναστατικού και επαναστατικού αγώνα. Στο κείμενο, έγινε εκτενής αναφορά στις βασικότερες επαναστάσεις που έγιναν στη Μακεδονία όπως η σφαγή της Θεσσαλονίκης, οι μάχες των Βασιλικών και της Ρεντίνας Θεσσαλονίκης καθώς και στο ολοκαύτωμα της Νάουσας, όπως επίσης και στον καθοριστικό ρόλο και την σημαντική συνεισφορά των Μακεδόνων της Βιέννης. Επισημάνθηκε επίσης η ενεργή συμμετοχή των Μακεδόνων στην Επανάσταση στην Νότιο Ελλάδα όπου συνέχισαν να αγωνίζονται μετά την αιματηρή καταστολή των εξεγέρσεων στον βορειοελλαδικό χώρο.

Ομιλία στην Βιέννη για τα 200 χρόνια από την ελληνική επανάσταση του ‘21Θέμα: <<Η προσφορά των Μακεδόνων στον αγώνα του 1821>> Του Λεωνίδα θ. Πουλόπουλου

Η επανάσταση του ’21 φυσικά δεν ξεκίνησε ούτε ξαφνικά αλλά ούτε και από τον Μοριά και την Ρούμελη.  Στα εκατοντάδες  χρόνια της σκλαβιάς, είχαν προηγηθεί 123 ξεσηκωμοί κατά των κατακτητών Οθωμανών. Οι περισσότεροι, αυθόρμητοι χωρίς προετοιμασία και οργάνωση. Όχι λίγοι, με προτροπή ξένων δυνάμεων, που εγκατέλειπαν στην πορεία τους εξεγερθέντες  πνιγμένους  στο αίμα.

Η Μακεδονία και οι Μακεδόνες φυσικά ήταν παρόντες και ενεργοί όχι μόνο στην 124η επανάσταση του ’21 αλλά πολύ νωρίτερα από τα πρώτα χρόνια της υποδούλωσης. Το μεγάλο μειονέκτημα της Μακεδονίας ήταν ότι βρίσκονταν κοντά στην ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗ και σε άλλα στρατιωτικά κέντρα των Οθωμανών με αποτέλεσμα όλες οι επαναστατικές προσπάθειες να καταστέλλονται έγκαιρα και εύκολα σε σχέση με την νότια Ελλάδα που ήταν δύσκολα προσβάσιμη.

Ενδεικτικά μόνο και αποσπασματικά αναφέρω:

Η ναυμαχία της Ναυπάκτου, το 1571 με την καταστροφή του τουρκικού στόλου, έδωσε νέες ελπίδες. Η συμμαχία Ενετών, Ισπανών και Πάπα ώθησε σε νέα επανάσταση. Οι ξεσηκωμένοι εγκαταλείφθηκαν για μια ακόμη φορά. Ακολούθησαν σφαγές στην Παρνασσίδα, στη Θεσσαλονίκη, στο Αιγαίο. Οι Μητροπολίτες Πατρών και Θεσσαλονίκης κάηκαν ζωντανοί.

Σ’ αυτά όλα δεν συμπεριλαμβάνονται χιλιάδες μικρές αντιδράσεις και αντιστάσεις των σκλαβωμένων Ελλήνων  που κατέληξαν σε σφαγές απαγχονισμούς και άλλες βάρβαρες αντιδράσεις των Οθωμανών που είναι άγνωστες δεν καταγράφηκαν ή και εάν είναι καταγεγραμμένες σε κάποιους κώδικες ή στα βιβλία των λασών των Μητροπόλεων και δεν είναι γνωστά στο ευρύ κοινό.

Μία τέτοια πράξη έγινε και στην ιδιαίτερη πατρίδα μου την Καστοριά την Άνοιξη του  1696 όταν ο νεομάρτυρας ΝΑΟΥΜ  ΝΟΥΛΤΣΟΣ  παλουκώθηκε μαζί με τον γιό του και τον γαμπρό του σε μία λεύκα έξω από τα τείχη της Πόλης.

Συγκεκριμένα ο καθηγητής Κουτσιαύτης στο βιβλίο του αναφέρει

«…Τὴν  ᾌνοιξη του 1696 οἱ Τοῦρκοι κρέμασαν κοντά στήν μεγάλη πύλη τῆς Καστοριᾶς τον Νουλτσό, έναν από τούς προύχοντες τοῡ τόπου. «καί ἕγινε μεγάλη καλωσύνη εἰς τούς Χριστιανούς, ὃτι τόν εἷδαν εἰς τό σκοινί καί ἐδόξασαν τόν Θεόν τήν Δευτέραν ἡμέραν πού ἐτελειώθησαν εἰς μεγάλην δόξαν καί τοιουτοτρόπως νά δώσει ὁ Θεός εἰς πολλούς τέτοιους Χριστιανούς ὡσάν τόν Νουλτσόν νά λάβουν δόξαν»

Μετά το γεγονός αυτό παγωνιά πλάκωσε τις καρδιές των ραγιάδων της Καστοριάς και άλλοι έμειναν στα βουνά και άλλοι έφυγαν στην Ευρώπη φτιάχνοντας νέες εστίες στο Ζέμουν, στη Βούδα, την Πέστη, την Πράγα,τη Βιέννη και τη Λειψία.

Επομένως δεν είναι τυχαίο ότι στην Βιέννη βρέθηκαν Δυτικομακεδόνες συνεργάτες του Ρήγα Φεραίου όπως οι Αδελφοί Εμμανουήλ Ιωάννης και Παναγιώτης και ο γουναράς  Γεώργιος Θεοχάρης από την Καστοριά, οι  Σιατιστινοί αδερφοί Μαρκίδες Πούλιου,  ο Θεοχάρης Γ. Τουρούντζιας, ο Ι. Μανούσης, οι αδερφοί Ζαβίρα (Γεώργιος και Ιωάννης), ο Κ. Δούκας, ο Μιχαήλ Δούκας, ο Χ. Περραιβός, Ιωάννης Αγακίδης και πολλοί άλλοι άγνωστοι Μακεδόνες και Δυτικομακεδόνες συμπατριώτες μας.

Αυτά είναι μόνο μερικά γεγονότα εν πολλοίς άγνωστα στο κοινό γνωστά όμως στους ειδικούς ερευνητές που χαρακτηρίζονται ως ΜΙΚΡΟΙΣΤΟΡΙΑ σε σχέση με τα άλλα γνωστά σημαντικά και μεγάλα γεγονότα που χαρακτηρίζονται ως ΜΑΚΡΟΙΣΤΟΡΙΑ. Το πάζελ όμως  της ιστορίας  και των μεγάλων γεγονότων αποτελείται και από πολλά μικρά γεγονότα τα οποία μπορεί να μην είναι γνωστά στο ευρύ κοινό είναι όμως τόσο σημαντικά και απαραίτητα που χωρίς αυτά δεν θα υπήρχαν τα μεγάλα και ηρωικά γεγονότα. Ένα τέτοιο από τα πολλά μικρά γεγονότα άγνωστο στους πολλούς σημαντικό όμως για την διαμόρφωση του τελικού αποτελέσματος είναι του Δυτικομακεδόνα,

Γεώργιου Παπαζώλη ή Παπάζωλης ή Παπάζογλου (Σιάτιστα, 1725 – Πάρος, 1775) ήταν Έλληνας έμπορος και στρατιωτικός από τη Μακεδονία που κατατάχθηκε στο Ρωσικό Στρατό και υπήρξε ο βασικός υποκινητής – πρωτεργάτης της ελληνικής εξέγερσης του 1770, γνωστής με τη δημώδη ονομασία Ορλωφικά.

Γεννήθηκε στη Σιάτιστα . Στη γενέτειρά του, ολοκλήρωσε τις σπουδές του στις σχολές της πόλης. Στη συνέχεια, ασχολήθηκε με το εμπόριο αρχικά στη Θεσσαλονίκη και έπειτα στην Οδησσό. Λόγω της αποτυχίας του στις εμπορικές του δραστηριότητες, μετέβη στην Αγία Πετρούπολη για να καταταχθεί στο Ρωσικό στρατό. Έγινε λοχαγός του πυροβολικού, στο οποίο υπηρετούσαν οι αδερφοί κόμητες Αλέξιος και Θεόδωρος Ορλόφ, με τους οποίους και συνδέθηκε φιλικά Ο Παπαζώλης, έχοντας πρόσβαση στην τσαρική αυλή μέσω των Ορλόφ, προσπάθησε να επηρεάσει την κατάσταση υπέρ των Ελλήνων, πείθοντας τους αδερφούς Ορλόφ και συνακολούθως την τσαρίνα Αικατερίνη για τη διεξαγωγή επιχειρήσεων στη νότιο Βαλκανική.

Το 1769 τμήμα του Ρωσικού στόλου με τη συμμετοχή του Παπαζώλη, ξεκίνησε με προορισμό τη Μάνη όπου θα υποστήριζε τους Μανιάτες, εναντίον των Οθωμανών. Το 1770 τελικά, σημειώθηκε το αποτυχημένο κίνημα, που έμεινε γνωστό με την ονομασία Ορλωφικά. Οι Ρώσοι, έχοντας εξασφαλίσει τη Συνθήκη Κιουτσούκ-Καϊναρτζή, εγκατέλειψαν τους Έλληνες στην τύχη τους, παρά τις συνεχείς εκκλήσεις του Παπαζώλη.

Ας γυρίσουμε από την Μίκροιστορια στην Μάκροιστορια.

     Η Μακεδονία υπήρξε από τις πρώτες υπόδουλες ελληνικές περιοχές που σήκωσε το λάβαρο της ελευθερίας ήδη από τις αρχές της Άνοιξης του 1821, με ορισμένα σημεία – ορόσημα που διαμόρφωσαν τον χάρτη της επανάστασης και μία ηγετική προσωπικότητα, τον Εμμανουήλ Παπά που διαδραμάτισε πρωτεύοντα ρόλο στη διεξαγωγή της.

Από την άφιξη του Εμμανουήλ Παπά στη μονή Εσφιγμένου στο Άγιον Όρος, η περιοχή θεωρήθηκε κατάλληλο ορμητήριο για την εξέγερση της Μακεδονίας, όχι μόνο λόγω της χερσονήσου που είναι φυσικά οχυρωμένη, αλλά ακόμη γιατί οι περίπου 3.000 άνδρες που μόναζαν θα μπορούσαν να αποτελέσουν μία αξιόλογη στρατιά, όπως αναφέρεται και στο διαδικτυακό αρχείο της Δημόσιας Βιβλιοθήκης Σερρών.

     Οι εξελίξεις, όμως, τον έφεραν προ τετελεσμένων. Ο διοικητής της Θεσσαλονίκης, θορυβημένος από τις ειδήσεις σχετικά με τις επαναστάσεις των Ελλήνων στη Μολδοβλαχία και στη νότια Ελλάδα, αποφάσισε τη διενέργεια προληπτικών πληγμάτων. Στις 16 Μαΐου του 1821, η τοπική φρουρά του Πολυγύρου, εκτοξεύοντας απειλές για γενική σφαγή, άρχισε βιαιοπραγίες σε βάρος του ελληνικού πληθυσμού. Οι κάτοικοι αντέδρασαν και νωρίς το πρωί της επόμενης ημέρας επιτέθηκαν και εξόντωσαν τη φρουρά του τοπικού τουρκικού διοικητηρίου. Την ίδια ημέρα συγκλήθηκε έκτακτη σύνοδος με τη συμμετοχή λαϊκών και μοναχών στην πρωτεύουσα του Αγίου Όρους, τις Καρυές, η οποία αποφάσισε την άμεση κήρυξη της επανάστασης. Στις 17 Μαΐου του 1821, κηρύχθηκε η επανάσταση στην Μακεδονία, ενώ ο Εμμανουήλ Παππάς ανακηρύχθηκε «αρχηγός και υπερασπιστής της Μακεδονίας».

     Αφού εγκατέστησε το αρχηγείο του στο Άγιο Όρος, με τους 2.500 άνδρες του, ανέλαβε δράση με παράλληλες εξεγέρσεις στην Κασσάνδρα, την Ορμύλια, τη Σιθωνία και τα Μαντεμοχώρια. Τον Ιούνιο του 1821, σε συνεργασία με τον καπετάν Χάψα, οπλαρχηγό της Δυτικής Χαλκιδικής, πετυχαίνουν σημαντικές επιτυχίες κατά των Τούρκων στα Στάγειρα και στον Σταυρό, ενώ καταλαμβάνουν και την Ιερισσό, με τον επίσκοπο της πόλης, Ιγνάτιο, να περιγράφει σε επιστολή του την είσοδο του Εμμανουήλ Παπά και των στρατευμάτων του, στην Ιερισσό: «Ευρισκόμενοι εις τον κίνδυνον όπου οι Τούρκοι είχον να μας κόψουν… κινδυνεύοντες ηλεήθημεν μετά θεόν παρά του ευγενεστάτου και ορθοδοξάτου αρχιστρατήγου κ.κ. Εμμανουήλ Παπά προφθάσαντος με τα στρατεύματά του εκυρίευσε τον τόπο μας και αφάνισε τους Τούρκους χωρίς να βλαφθεί κανείς…»

     Με τις πρώτες νίκες των επαναστατών, ο αγώνας γενικεύεται σε όλα τα χωριά της Χαλκιδικής, ενώ επαναστατούν και όλα τα μοναστήρια του Αγίου Όρους. Όμως, η επανάσταση στην Μολδοβλαχία είχε καταπνιγεί, με τον Ιωάννη Φαρμάκη, που προορίζονταν να αναλάβει την στρατιωτική ηγεσία των δυνάμεων στην Μακεδονία, να συλλαμβάνεται από τους Τούρκους. Χωρίς έμπειρο στρατιωτικό διοικητή, ο Εμμανουήλ Παπάς ανέλαβε την θέση του αρχηγού της επανάστασης.

Σφαγή της Θεσσαλονίκης

     Με την κήρυξη της Ελληνικής Επανάστασης το 1821, το κύμα ξεσηκωμού των Ελλήνων της Χαλκιδικής για τη λευτεριά την άνοιξη του 1821 οδήγησε σε μια άγρια σφαγή 3.000 Ελλήνων στη Θεσσαλονίκη. Εκείνες τις ημέρες, συνελήφθησαν, μεταξύ άλλων, ο τοποτηρητής του μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Επίσκοπος Κίτρους Μελέτιος. Μετά τη σύλληψή τους οδηγήθηκαν δεμένοι στην αγορά, στο Καπάνι. Ο επίσκοπος κατακρεουργήθηκε, μαζί με τον Παπαγιάννη, εφημέριο του Αγίου Μηνά, που του έκοψαν τα χέρια και τα πόδια. Ο Μελέτιος κομματιάστηκε στην κεντρική πλατεία του Καπανίου (κεντρική αλευραγορά), ενώ αφού ακρωτηρίασαν τον παπαγιάννη, με τα ίδια του τα δάχτυλα του έβγαλαν τα μάτια. Στο Καπάνι, επίσης, κατακρεούργησαν τον Φιλικό Χριστόδουλο Μπαλανό (γνωρίζουμε από προξενική γαλλική αναφορά του 1822, πως είχε προηγηθεί δίμηνος φυλάκιση). Τον Χρήστο Μενεξέ τον κρέμασαν στον πλάτανο της πλατείας του Αγίου Γεωργίου και οι υπόλοιποι εκτελέστηκαν.

Τραγικές σκηνές εξελίχθηκαν στον τότε Μητροπολιτικό Ναό (μάλλον αρχές Ιουνίου), εσωτερικά και στον αυλόγυρό του (είτε ο Άγιος Μηνάς, είτε ο ναός ο οποίος προϋπήρχε του Αγίου Γρηγορίου Παλαμά). Ο «συνωστισμός» αυτός, κατά τον P. Fisk, ήταν αποτέλεσμα εντολής προς τον επίσκοπο, να συγκεντρώσει εκεί μέγα μέρος της ελληνικής κοινότητας. Συγκεντρώθηκαν 1700, εκ των οποίων απελευθερώθηκαν περί τους 400. Από τους «συνωστισμένους», άλλοι εκτελέστηκαν επιτόπου, άλλοι μεταφέρθηκαν δεμένοι δύο-δύο στο Καπάνι, όπου επακολούθησαν και άλλες εκτελέσεις και βασικά αποκεφαλισμοί. Κατά τον Pouquevill συμμετείχαν και μέλη της ισραηλιτικής κοινότητας. Οι αποκεφαλισμένες κάρες οδηγηθήκαν στον Γιουσούφ ώστε να δει το αποτρόπαιο αυτό θέαμα. Ο T. Gordon από τη μεριά του μαρτυρεί, πως κεφάλια κοσμούσαν τις επάλξεις, ότι οι Γενίτσαροι δυσαρεστήθηκαν γιατί δεν έγινε πλήρης γενοκτονία. Παράλληλα, ο Θερμαϊκός τελούσε υπό ναυτικό αποκλεισμό 4 ή 5 ελληνικών πλοίων.  Μια άλλη περίπτωση, ο Χρήστος Μενεξές, οδηγήθηκε στην πλατεία της Ροτόντας (τότε Χορτάτς Εφέντ Τζαμί), όπου απαγχονίστηκε με ικρίωμα τον παλαιό πλάτανο, όπως αναφέρει ο eranistis.net.

Η Μάχη των Βασιλικών

Στις 10 Ιουνίου 1821 διεξήχθη η Μάχη των Βασιλικών, όπου έπεσε μαχόμενος ο Καπετάν Στάμος Χάψας με 68 αγωνιστές.

Συγκεκριμένα, οι επαναστάτες επιχείρησαν να εκκενώσουν την κωμόπολη από τους αμάχους, ωστόσο ο Αχμέτ Μπέης των Γιαννιτσών πρόλαβε την κίνησή τους.

Εισβάλλοντας στα Βασιλικά τα πυρπόλησε και έσφαξε τον πληθυσμό. Ο καπετάν Χάψας με 200 μόλις άνδρες επεδίωξε να οργανώσει γραμμή άμυνας μπροστά στον προελαύνοντα Μπαϊράμ πασά, έξω από τα Βασιλικά.

Ύστερα από σκληρότατη σύγκρουση οι επαναστάτες κάμφθηκαν. Εξήντα δύο από αυτούς, μεταξύ των οποίων ήταν και ο καπετάν Χάψας, έπεσαν στο πεδίο της μάχης. Σε εκατοντάδες ανήλθαν οι απώλειες των Τούρκων, με ορισμένες πηγές να αναφέρουν πως οι απώλειές τους ήταν πάνω από 500 άντρες,

Η Μάχη της Ρεντίνας

Η Μάχη της Ρεντίνας ήταν μάχη των Ελλήνων Μακεδόνων στην Επανάσταση του 1821 που διεξήχθη στα Στενά της Ρεντίνας στην Κεντρική Μακεδονία.

Ο Εμμανουήλ Παπάς προχώρησε βόρεια και συγκεκριμένα με κατεύθυνση τα στενά της Ρεντίνας, τα οποία κατείχαν στρατηγική θέση πάνω στην οδό Καβάλας – Θεσσαλονίκης προκειμένου να αποκόψει την επικοινωνία του κύριου όγκου του Οθωμανικού στρατού (που κατευθυνόταν από την Ανατολή) με την ελληνική ενδοχώρα.

Στη Μάχη της Ρεντίνας που διεξήχθη στις 15 Ιουνίου, ο σερασκέρης Μεχμέτ Μπαϊράμ πασάς, επικεφαλής 20.000 πεζών και 3.000 ιππέων κατατρόπωσε το Ελληνικό επαναστατικό σώμα υπό τον Κωνστάντιο που αποτελούνταν από μερικές εκατοντάδες μαχητές. Μπροστά στην συντριπτική υπεροχή των Οθωμανών σε πλήθος και οπλισμό οι ελληνικές δυνάμεις αναγκάσθηκαν να οπισθοχωρήσουν προς τη Βόρεια Χαλκιδική.

Αγωνιστές από το ελληνικό σώμα κατόρθωσαν να φτάσουν και να οχυρωθούν στα Στενά της Ποτίδαιας, όπου ανασυντάχθηκαν και επιχείρησαν επιτυχείς αντεπιθέσεις που έκαμψαν τον Μπαϊράμ Πασά.

Ολοκαύτωμα της Νάουσας

Η καταστροφή της Νάουσας (ή Ολοκαύτωμα της Νάουσας) ήταν αιματηρό επεισόδιο της επανάστασης του 1821 που συνέβη στις 13 Απριλίου 1822.

Στις 26 Μαρτίου, ο βαλής της Θεσσαλονίκης, Εμμπού Λουμπούτ ζήτησε από τους 4.000 – 5.000 επαναστάτες που υπερασπίζονταν την πόλη να καταθέσουν τα όπλα «ίνα τύχουν συγγνώμης», προειδοποιώντας τους ότι σε αντίθετη περίπτωση θα έχουν «πολύ δυσάρεστον τέλος».

Η απάντηση των Ναουσαίων ήταν αρνητική και έτσι στις αρχές Απριλίου άρχισε η πολιορκία. Τις επόμενες ημέρες, οι Τούρκοι πραγματοποίησαν πολλές εφόδους εναντίον των καίριων θέσεων που κρατούσαν οι Έλληνες, χάνοντας πολλούς στρατιώτες. Όμως τη νύχτα της 12ης Απριλίου, μετά από γενική επίθεση και σφοδρό κανονιοβολισμό των ελληνικών θέσεων, προκάλεσαν ρήγμα στη θέση Αλώνια και κατάφεραν να μπουν, από την πύλη του Αγίου Γεωργίου, στην πόλη.

Ακολούθησε ηρωική αντίσταση των κατοίκων, με σκληρές οδομαχίες και η πόλη καταλήφθηκε την επόμενη ημέρα, Πέμπτη 13 Απριλίου. Ωστόσο, ο Ζαφειράκης με τον Καρατάσο, τον Διαμαντή Νικολάου και 500 συντρόφους τους, αμύνθηκαν για τρεις μέρες, κλεισμένοι στον πύργο του πρώτου, στα νοτιοδυτικά της πόλης, διευκολύνοντας τη φυγή πολεμιστών και γυναικοπαίδων. Όταν ο αποκλεισμός του πύργου του Ζαφειράκη έγινε στενότερος, οι πολιορκημένοι πραγματοποίησαν έξοδο και βρήκαν καταφύγιο στο όρος Βέρμιο.

Δεκατρείς νέες γυναίκες προτίμησαν να πέσουν στον καταρράκτη της γέφυρας της Αράπιτσας για να μην ατιμαστούν από τους Τούρκους. Οι νεκροί και οι αιχμάλωτοι, κατά τον ιστορικό Σπυρίδωνα Τρικούπη, έφτασαν τις 5.000 ενώ, κατά τον ίδιο ιστορικό, σημειώθηκαν βαρβαρότητες σε βάρος των αιχμαλώτων και των γυναικοπαίδων. Τη μανία των Τούρκων εναντίον των αμάχων πιστοποιεί και έγγραφο του ίδιου του Εμπού Λουμπούτ το οποίο αναφέρει πως σφάχθηκαν ή απαγχονίστηκαν όλοι οι άντρες αιχμάλωτοι και εξανδραποδίσθηκαν οι γυναίκες και τα παιδιά τους. Κατά νεότερη εκτίμηση, οι νεκροί από τις μάχες και τις σφαγές έφτασαν τους 2.000.

     Για τη συνεισφορά της στον Αγώνα για την απελευθέρωση από τους Τούρκους, η Νάουσα είναι η πόλη που φέρει τον τίτλο «ηρωική», με Βασιλικό Διάταγμα του 1955.

Μετά την καταστροφή της Νάουσας, η επανάσταση στη Μακεδονία ουσιαστικά έσβησε, αν και συνεχίστηκαν κάποιες εχθροπραξίες στα βουνά της Δυτικής Μακεδονίας.

Αλλά και μετά την καταστολή των εξεγέρσεων στο βορειοελλαδικό χώρο οι Μακεδόνες αγωνιστές πρόσφυγες συνέχισαν, είτε σε ανεξάρτητα σώματα είτε και μαζί με άλλους Έλληνες, να μετέχουν ενεργά στον αγώνα ως τη λήξη του.

Η Ελληνική επανάσταση, για πολλούς ιστορικούς, ήταν το πιο αιματηρό γεγονός στα Βαλκάνια του 19ου αιώνα με ακραίες περιπτώσεις βίας και από τις δύο πλευρές.

     Εμείς με τη σειρά μας ως ελάχιστο φόρο τιμής σε όλους αυτούς τους γνωστούς και άγνωστους,  αναγνωρίσιμους ή μη αγωνιστές  της ελευθερίας και εθνικής παλιγγενεσίας μικρούς και  μεγάλους  ήρωες της επανάστασης του ’21 οφείλουμε να τους τιμούμε με σεβασμό σεμνότητα και ταπεινότητα όποτε μπορούμε και μας δίδεται η ευκαιρία όπως γίνεται σήμερα.

ΑΙΩΝΙΑ ΤΟΥΣ Η ΜΝΗΜΗ – ΑΘΑΝΑΤΟΙ ΣΤΗΝ ΨΥΧΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΣΚΕΨΗ ΜΑΣ

Κοινοποίησε:

Σχετικές δημοσιεύσεις