Η Καβάλα είχε καταληφθεί από τους Βουλγάρους τον Οκτώβριο του 1912, κατά τη διάρκεια του Α’ Βαλκανικού Πολέμου. Οι Βούλγαροι ήθελαν να την κρατήσουν πάση θυσία υπό την κυριαρχία τους για να διασφαλίσουν την πολυπόθητη έξοδό τους στο Αιγαίο.
Με την έναρξη του Β’ Βαλκανικού Πολέμου (16 Ιουνίου 1913), ο ελληνικός στόλος απέκλεισε τις ακτές της Μακεδονίας και της Δυτικής Θράκης, από τις εκβολές του Στρυμόνα, δυτικά, έως τον Αίνο (περιοχή πέρα από τον Έβρο), ανατολικά.
Στις 26 Ιουνίου 1913, τα αντιτορπιλικά «Δόξα», «Πάνθηρ» και «Ιέραξ» αποβίβασαν αγήματα και απελευθέρωσαν την Καβάλα χωρίς αντίσταση, «εν μέσω εξάλλου ενθουσιασμού των κατοίκων», όπως έγραψε ο Τύπος της εποχής.
Η ενσωμάτωση της Καβάλας στο ελληνικό κράτος θα κριθεί οριστικά στο διπλωματικό πεδίο, κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων για τη σύναψη της Συνθήκης του Βουκουρεστίου (17 – 28 Ιουλίου 1913). Οι Βούλγαροι έδωσαν σκληρή μάχη για να ανακτήσουν την Καβάλα, έχοντας την υποστήριξη της Ρωσίας και της Αυστροουγγαρίας. Την πλάστιγγα υπέρ των ελληνικών θέσεων θα γείρει τελικά ο Γερμανός αυτοκράτορας Γουλιέλμος, η αδελφή του οποίου Σοφία είχε παντρευτεί τον βασιλιά Κωνσταντίνο.